«Την περίοδο του «Μες στην καλή χαρά» έχω πει χοντράδες για ανθρώπους, είχα στεναχωρήσει τον Αντώνη Ρέμο»
Με λόγο αφοπλιστικά ειλικρινή, χωρίς καμία διάθεση ωραιοποίησης, αλλά με καθαρό βλέμμα, ο Παύλος Σταματόπουλος ήρθε στο zappit για μια συνέντευξη-εξομολόγηση που ξεφεύγει από τα συνηθισμένα.
Ο γνωστός δημοσιογράφος και παρουσιαστής μιλά για όλα. Από τη σχέση του με τα Χριστούγεννα –που δεν τα φορτώνει με αναγκαστική χαρά– και τη συνειδητή επιλογή της μοναχικότητας, μέχρι τις απώλειες των γονιών του που τον σημάδεψαν και τις επιλογές που κάνει στην προσωπική του ζωή. Ο έρωτας χωρίς ανταπόκριση, ο φόβος της δέσμευσης, η συνειδητή απόσταση από το μοντέλο της οικογένειας και των παιδιών.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ο Παύλος Σταματόπουλος έχει διανύσει μια μεγάλη επαγγελματική διαδρομή, στο πλευρό πολύ σημαντικών τηλεοπτικών προσώπων. Πώς τον επηρέασαν οι συνεργασίες με την Ρούλα Κορομηλά και την Ελένη Μενεγάκη; Ποια ήταν στην πραγματικότητα η σχέση του με την Κωνσταντίνα Σπυροπούλου και γιατί δεν θα συνεργαζόταν σήμερα με τη Ναταλία Γερμανού;
Η σχέση ζωής με την Σίσσυ Χρηστίδου, η μακρόχρονη συνεργασία τους και οι προσωπικές στιγμές που τους έφεραν πιο κοντά. Μια κουβέντα ουσίας, με αλήθειες και σκέψεις που φωτίζουν τον άνθρωπο πίσω από την τηλεοπτική εικόνα.
Αυτός είναι ο Παύλος Σταματόπουλος και μοιράζεται μαζί μας… The Full Story της ζωής του!
«Δεν πιέζω τον εαυτό μου να έχω το συναίσθημα των Χριστουγέννων»
Δεν είμαι αυτός που λέει «ωραία, θα ‘ρθουν τα Χριστούγεννα, θα ‘μαι πολύ χαρούμενος, θα στολίσω, θα πρέπει να ‘μαι κάπως, θα πρέπει να βγαίνω». Έχω περάσει πολλά χρόνια και λόγω δουλειάς να κάνω παραμονές Πρωτοχρονιάς ή Χριστουγέννων μέσα στο πλατό ή να γυρίζω από δουλειά μόνος μου στο σπίτι. Μ’ αρέσει και λίγο η μοναξιά και η μοναχικότητα. Έχω περάσει και Χριστούγεννα που ήμουνα πάρα πολύ χαρούμενος και πάρα πολύ ζωηρός, έχω περάσει και Χριστούγεννα τα οποία ήταν φουλ αδιάφορα.
«Μου αρέσει η μοναχικότητα, ταξιδεύω και μόνος μου έτσι κι αλλιώς»
Μ’ αρέσει μετά να τα περιγράφω. Δηλαδή όταν γυρίζω από το ταξίδι και πάω σε φίλους, μ’ αρέσει να λέω τις ιστορίες από τα ταξίδια μου. Τα ζυγίζεις λίγο τα πράγματα. Όταν ταξιδεύεις με παρέα, σίγουρα το πρόγραμμα πρέπει να αφορά όλη την παρέα. Επομένως κάποια πράγματα μπορεί να κάνεις που να μη σου αρέσουν πολύ. Το ταξίδι το έχω βάλει στο μυαλό μου σαν κάτι το οποίο με βγάζει από τα κουτάκια μου. Μ’ αρέσει η συνθήκη ότι πάω στο αεροδρόμιο μόνος, δεν ξέρω τι θα συναντήσω…
«Δεν αντιλαμβάνομαι τον χρόνο που περνάει, παρά μόνο όταν βλέπω τα παιδιά των άλλων»
Κάθε χρόνο είναι στάνταρ παράδοση να στολίζουμε με την Σίσσυ, το κάνουμε για τα παιδιά. Είναι ωραίες μνήμες αυτές, γιατί έβλεπα προχθές φωτογραφίες που έχω όλα αυτά τα Χριστούγεννα με αυτούς τους ανθρώπους και ξέρεις τι; Περνάνε τα χρόνια και δεν τα καταλαβαίνεις. Μέσα από τις φωτογραφίες όμως βλέπεις ότι ήταν παιδιά, ήταν μωρά, μεγαλώσανε, τώρα δηλαδή είναι πιο ψηλά από μένα. Αύριο-μεθαύριο θα πάνε και θα σπουδάσουν, θα φύγουν από το σπίτι. Επειδή δεν έχω δικά μου παιδιά, δεν αντιλαμβάνομαι τόσο εύκολα το χρόνο που περνάει, παρά μόνο όταν βλέπω τα παιδιά των άλλων.
«Με τη Σίσσυ Χρηστίδου προσπαθούσαμε να αποδείξουμε ότι δε δουλεύουμε μαζί επειδή είμαστε φίλοι»
Δουλεύουμε μαζί γιατί επαγγελματικά ταιριάζουμε. Έχουμε ξεχωρίσει πολύ το κομμάτι της φιλίας σε σχέση με τη δουλειά. Στα πρώτα χρόνια ειδικά, επειδή ήμασταν φίλοι, απέναντι στη Σίσσυ ήμουνα πιο επικριτικός πολλές φορές. Επειδή ήξερε ο κόσμος ότι είμαστε φίλοι, δεν ήθελα να φανεί ότι είμαι μεροληπτικός. Πολλές φορές μπορεί να ήμουνα και πιο αυστηρός μαζί της. Η Σίσσυ είναι φοβερά δοτική και ως φίλη και ως παρουσιάστρια. Σε επίπεδο συνεργασίας η Σίσσυ θεωρώ ότι είναι από τις παρουσιάστριες που έχει κάνει άλματα εξέλιξης. Επομένως, αυτό το χαρακτηριστικό της ως επαγγελματία της το δίνω πάρα πολύ.
«Πάρα πολλοί μπορεί να πουν ότι είμαι στην εκπομπή επειδή είμαι κουμπάρος της Σίσσυς»
Όπως παλιότερα πολλοί έλεγαν ότι είμαι στην εκπομπή γιατί είμαι φίλος της Σπυροπούλου. Σε αυτό δεν μπορώ να μπω, γιατί η ιστορία -όποιος καθίσει και δώσει χρόνο να διαβάσει το βιογραφικό μου- ξέρει ότι υπήρχα και πριν από αυτές τις σχέσεις, υπήρχα και μετά από αυτές τις σχέσεις. Δηλαδή η Σίσσυ για έξι χρόνια δε δούλευε. Εγώ παρέμεινα σε αυτή τη δουλειά.
«Στις δύσκολες προσωπικές στιγμές της Σίσσυς ήμουν από τους ανθρώπους που βρίσκονταν πιο κοντά»
Η Σίσσυ είναι ένας άνθρωπος που έχει πολύ σταθερές φιλίες από το σχολείο και από άλλες περιόδους της ζωής της. Νομίζω ότι ήμουν σε έναν κύκλο ανθρώπων που ήμασταν αρκετά κοντά. Αυτό είναι η επιτυχία της φιλίας. Δηλαδή άμα δεν είσαι σε αυτές τις περιπτώσεις, πότε θα είσαι; Στις χαρές; Νομίζω δεν έχει πολύ νόημα.
Δεν μπορώ να μπω στη λογική ότι θα κρίνω τον τρόπο που κάποιος άνθρωπος διαχειρίζεται μια προσωπική του στιγμή δημόσια, γιατί είμαστε τελείως διαφορετικοί. Δεν υπάρχει σωστό ή λάθος. Στα δικά μου μάτια η Σίσσυ είναι ένας άνθρωπος που πραγματικά υπερασπίζεται τη δική της αλήθεια. Και όποιος το κάνει αυτό, στα δικά μου μάτια είναι πολύ άξιος. Εγώ θα είμαι δίπλα της ό,τι και να κάνει, είτε είναι σωστό, είτε είναι λάθος.
«Αποφάσισα σε ένα βράδυ ότι η ενημέρωση δεν μου κάνει»
Εγώ τα πρώτα μου χρόνια δούλευα σε δελτίο ειδήσεων. Και ένα βράδυ αποφάσισα ότι η ενημέρωση δεν μου κάνει. Δεν μπορώ να το διαχειριστώ. Δηλαδή πήγαινα σε κηδείες, πήγαινα σε δολοφονίες, έκανα ερωτήσεις σε γονείς δολοφονημένου παιδιού… Δεν ένιωθα πάρα πολύ ωραία με αυτό και κάποια στιγμή αποφάσισα ότι δεν είναι για μένα η ενημέρωση. Και έτσι ξεκίνησα την ψυχαγωγία πηγαίνοντας στη Ρούλα Κορομηλά στον Μπράβο.
Χρόνια μετά, όταν ήρθε η ανάγκη να μπουν κάποιες ειδήσεις μέσα στα μαγκαζίνο, λέω «Ωχ Θεέ μου»… Γιατί εγώ ήξερα τι σημαίνει να διαχειρίζεσαι θέματα ενημέρωσης. Στριμώχτηκα πάρα πολύ. Δηλαδή, ήταν το συναίσθημά μου ήταν πολύ περίεργο. Γιατί είναι βαριά θέματα τα οποία εγώ δεν ξέρω… δεν μου είναι πολύ εύκολο να το διαχειριστώ συναισθηματικά. Παρόλα αυτά, ήταν μια συνθήκη η οποία για μένα ήταν αναγκαία. Γιατί ο κόσμος περνούσε μία φάση και μία περίοδο που άλλαζε, εξελισσόταν και εμείς έπρεπε να πάρουμε μέρος σε αυτό το πράγμα.
«Την περίοδο του «Μες στην καλή χαρά» έχω πει χοντράδες για ανθρώπους, είχα στεναχωρήσει τον Αντώνη Ρέμο»
Προσπαθώ να θυμηθώ κάτι που είχα πει για τον Αντώνη Ρέμο. Θυμάμαι ότι έχω πει μια βλακεία, δεν θυμάμαι τι βλακεία έχω πει, αλλά θυμάμαι ότι είχε στεναχωρηθεί τότε. Αλλά θα πρέπει να το ψάξω να το βρω. Τα τελευταία χρόνια σκέφτομαι ότι για τους ανθρώπους που μιλάω, έχουνε και οικογένεια, έχουνε και παιδιά, έχουνε και γονείς. Δηλαδή προσπαθώ όλο αυτό να το βάλω μέσα στο πρίσμα των σκέψεων. Αλλά για τον Αντώνη Ρέμο δεν είχα πει κάτι extreme, δηλαδή είχα διαβάσει μια συνέντευξή του και είχα σχολιάσει κάτι που είχε πει στη συνέντευξή του.
«Η πιο δύσκολη στιγμή μου στον αέρα ήταν μετά από την απώλεια του πατέρα μου»
Ήταν μια δύσκολη συνθήκη το πώς θα προσαρμοστώ. Ήταν δύσκολο να πεις ότι να διαχειριστείς το συναίσθημά σου και στην αρχή ότι πρέπει να πεις πέντε πράγματα για το γεγονός, αλλά μετά αυτό να αλλάξεις κουμπί και να είσαι ο κανονικός παρουσιαστής ενός ψυχαγωγικού προγράμματος. Αυτό νομίζω ότι ήταν από τις δύσκολες στιγμές.
Έχω χάσει τη μητέρα μου το 2002. Μετά διαδοχικά τον παππού μου και τη γιαγιά μου που, εντάξει, ήταν παππούς-γιαγιά αλλά ήταν πολύ κοντινοί μου άνθρωποι, και πρόσφατα τον πατέρα μου. Νομίζω ότι το γεγονός ότι κάνω αυτή τη δουλειά είναι φοβερά ανακουφιστικό το να φεύγεις από μία συνθήκη η οποία δεν είναι ωραία, είναι δύσκολη, και να πηγαίνεις σ’ ένα περιβάλλον δουλειάς που η αλήθεια είναι ότι είναι λίγο «παιδική χαρά» κάποιες στιγμές.
«Πένθησα τη μητέρα μου 2 χρόνια μετά τον θάνατό της»
Τη μητέρα μου την πένθησα δύο χρόνια μετά από τότε που έφυγε, ενώ τον πατέρα μου πραγματικά το πένθος το πέρασα ακαριαία και εκείνη τη στιγμή. Ξεκίνησα ψυχολόγο, ψυχανάλυση, πολύ πριν χάσω τον πατέρα μου. Νομίζω ότι με βοήθησε πάρα πολύ σε πολλά κομμάτια. Αλλά έχω μια συνθήκη η οποία λέει ότι τα πολύ δύσκολα και τα πολύ βαριά προτιμώ να τα περνάω μόνος μου. Μου αρέσει να είμαι μόνος με τον εαυτό μου και να κάνω έναν απολογισμό εκείνη τη στιγμή για το γεγονός που συμβαίνει. Δεν θέλω πολύ μεγάλη αγκαλιά από τον κόσμο.
Θυμάμαι την μέρα που πέθανε ο πατέρας μου, η Σίσσυ οργάνωσε ένα τραπέζι το οποίο αν μας έβλεπε κάποιος θα νόμιζε ότι ήταν τραπέζι γενεθλίων. Δεν είχε να κάνει καθόλου με το θάνατο ενός ανθρώπου. Αυτό εγώ το χρειαζόμουνα εκείνη τη στιγμή γιατί μετά το πένθος το θεωρώ κάτι πολύ ιδιωτικό. Δηλαδή μετά μπορεί να πάω στο σπίτι μου και να είμαι πραγματικά ο άνθρωπος που πενθεί.
«Δεν μαθαίνετε τίποτα για την προσωπική μου ζωή γιατί δεν υπάρχει τίποτα»
Έχω προσωπική ζωή αλλά δεν έχει τέτοιο ενδιαφέρον πιστεύω και τέτοια μόνιμη κατάσταση που να μπορεί να απασχολήσει. Θεωρώ ότι επειδή δεν είμαι από τα πρόσωπα τα οποία κυνηγάει ο φακός έχω περάσει κάτω από το ραντάρ πολλές φορές. Επομένως ε είναι μια συνθήκη που κάπως την εκμεταλλεύομαι.
Δεν μπορώ να συμβιώσω πολύ εύκολα, με την έννοια της δέσμευσης. Θεωρώ ότι ο άνθρωπος είναι πολυγαμικό ον. Δεν νομίζω ότι εγώ είμαι από τους ανθρώπους που μπορώ να είμαι πιστός, αλλά ακόμα και αν προσπαθήσω να ‘μαι πιστός, πιστεύω ότι θα ‘μαι δυστυχισμένος. Δηλαδή θα καταπιέσω κάποια ένστικτά μου, που αυτά θα με κάνουν πολύ δυστυχισμένο άνθρωπο. Επομένως δεν νομίζω ότι κάποιος άνθρωπος αυτό μπορεί να το δεχτεί εύκολα.
«Έχω ερωτευθεί δύο φορές με φοβερή ένταση, αλλά ήταν έρωτας από τη δική μου πλευρά μόνο, χωρίς αντίκρισμα»
Νομίζω ότι μπορεί να ‘ναι και αυτό κάποιο τραύμα που να κουβαλάω και να φοβάμαι να ξαναερωτευτώ. Η μία φορά ήταν και σχετικά εκμεταλλεύσιμη. Δηλαδή πώς να σου πω,..
«Αντιλήφθηκε ο άνθρωπος αυτός ότι μπορεί να είμαι ερωτευμένος και υπήρχε και μία εκμετάλλευση σε πολλά πράγματα»
Ήμασταν πολύ μικροί τότε. Θυμάμαι δουλεύαμε στον ίδιο χώρο. Θα πήγαινα να την πάρω από το σπίτι, να πάμε στο γραφείο μαζί γιατί είμασταν στην ίδια δουλειά, θα της έφερνα καφέ… Δηλαδή θα ‘κανα πράγματα τα οποία θα έκανε ένας ερωτευμένος άνθρωπος, ο άλλος άνθρωπος όμως δεν ήταν ερωτευμένος, απλά εκμεταλλευόταν τη συνθήκη ενός ανθρώπου που γινότανε χαλί να τον πατήσει.
Πιστεύω ότι όλοι οι άνθρωποι το καταλαβαίνουμε. Δηλαδή τη χυλόπιτα που έρχεται την καταλαβαίνουμε. Την αδιαφορία την καταλαβαίνουμε. Το αν σε θέλει επίσης το καταλαβαίνουμε. Απλά θεωρώ ότι μέσα στο συναίσθημα βάζουμε και κάποιες παρωπίδες και βάζουμε άλλον τίτλο σ’ αυτό που είναι για να μην πονέσουμε.
Εγώ ως άνθρωπος γενικότερα μ’ αρέσει να βλέπω την αλήθεια κατάματα. Δηλαδή, δεν θα πιάσω τον εαυτό μου και θα πω: «Δεν σου απαντάω στο τηλέφωνο γιατί ήθελα να σε καψουρέψω». Θα πω: «Δεν σου απαντάω στο τηλέφωνο γιατί απλά δεν σε θέλει». Αυτό το ‘κανα και μικρότερος, απλά μου άρεσε και αυτό το παιχνίδι, δηλαδή αυτή η συνθήκη του πατώματος, να πέφτω στα πατώματα, με τροφοδοτούσε συναισθηματικά. Ε μεγαλώνοντας πια βαρέθηκα, δεν ήθελα να πέφτω. Εκείνη την περίοδο μόνο έπεσα στα πατώματα για μεγάλο διάστημα. Μπορεί να πέσω και τώρα, αλλά είναι για μια-δυο μέρες. Μετά λίγο επανέρχεται ο κυνικός μου εαυτός.
«Το θέμα οικογένεια, παιδιά, δεν με έχει απασχολήσει ποτέ»
Είναι μια συνθήκη που μου άφησε κληρονομιά η μητέρα μου και το πώς έφυγε. Δηλαδή νομίζω ότι η συνθήκη του να έχεις ένα αγαπημένο πρόσωπο, να είναι άρρωστο και να μην μπορείς να κάνεις τίποτα γι’ αυτό… Δεν μπορώ να το διαχειριστώ για ανθρώπους που είναι τόσο κοντά μου. Και επειδή το αμέσως επόμενο πρόσωπο που θα μπορούσε να ‘ναι, ήταν ένα παιδί, το βάζω σε αυτή τη συνθήκη. Επομένως, έχω βάλει τον εαυτό μου στο επίπεδο να πει ότι: «Δεν πειράζει, θα πληρώσω το τίμημα της μοναξιάς», κι αυτό που σε μερικά χρόνια μπορεί να ‘ρθει και να το μετανιώσω, αλλά προτιμώ αυτό από το να ‘ρθει εκείνη η στιγμή που να πρέπει να διαχειριστώ μία κατάσταση του παιδιού μου που δεν μπορώ να διαχειριστώ.
Η μητέρα μου αρρώστησε όταν ήμουν 25 και έφυγε όταν ήμουν 28.
«Το χειρότερο ήταν η στιγμή που με πήρε να μου πει ότι έχει καρκίνο»
Δηλαδή θυμάμαι ακριβώς το γραφείο, θυμάμαι ακριβώς τη φοράω, θυμάμαι ακριβώς τι έκανα, τις σκέψεις… Όλα. Με κάθε πιθανή λεπτομέρεια. Υπήρχαν και περίοδοι που η μητέρα μου ήταν καλά, και ενώ ήξερα ότι ο γιατρός μου είχε πει ότι είναι θέμα μηνών, θυμάμαι στιγμές να λέω: «Εντάξει, ήταν ένα κακό όνειρο». Μετά σκεφτόμουνα: «Κι αυτό που είπε ο γιατρός; Ότι σε μερικούς μήνες…». Επομένως νομίζω είναι μια πάρα πολύ δύσκολη συνθήκη και νομίζω ότι το γεγονός ότι δεν μπορείς να κάνεις κάτι…
Η μητέρα μου, το ότι έχει καρκίνο, δεν το είχαμε συζητήσει ποτέ μεταξύ μας. Δηλαδή ήταν λίγο κρυμμένο κάτω απ’ το χαλί. Δεν το άνοιγε ποτέ. Μετά μάθαμε ότι δεν ήθελε ποτέ να πει σε μένα και τον αδερφό μου ότι έχει καρκίνο. Όχι λόγω ντροπής, αλλά για να μη φοβηθούμε εμείς. Φαντάσου, η μητέρα μου έβαλε περούκα και κάναμε μέσα στο σπίτι σαν να μην έχει αλλάξει κάτι. Το οποίο, σκεπτόμενος τώρα, ότι εκείνη το ‘κανε για μας, εμείς για εκείνη κάναμε ότι δεν έχει αλλάξει κάτι, αλλά δεν ξέρω τι είναι το σωστό σε αυτή την περίπτωση.
Όταν πέθανε η μητέρα μου ήμουνα στο Παρίσι, είχα πάει για δουλειά και γυρίζοντας πήγα στο αεροδρόμιο, πήγα σπίτι, είδα τους συγγενείς και ήρθαν και με πήραν οι φίλοι μου και πήγαμε σ’ ένα άλλο σπίτι και παίζαμε επιτραπέζια. Γιατί αυτό είχα ανάγκη εκείνη τη στιγμή.
«Η Κατερίνα Ζαρίφη είναι ένας άνθρωπος αρκετά κοντά μου…. Κάναμε να μιλήσουμε καιρό»
Με την Κατερίνα υπάρχει ένα περίεργο δέσιμο. Μπορεί να μη βρισκόμαστε κάθε μέρα, αλλά σε πολύ δυνατές στιγμές της ζωής μου είναι πάντα εκεί με έναν τρόπο περίεργο και πάντα θα βρει αυτή την ατάκα που θα πει και ξέρεις… Θα ξεμπλοκάρει… Έχω νευριάσει πάρα πολύ, πολλές φορές με την Κατερίνα. Εννοείται. Ειδικά τα πρώτα χρόνια, μέχρι να την καταλάβω. Δεν είχε ποτέ συνέπεια. Υπάρχει πραγματική ιστορία που έχουμε κανονίσει να πάμε σινεμά και μου λέει: «Έλα 8:00 η ώρα, να με πάρεις από το σπίτι». Πάω 8:00 η ώρα, την παίρνω τηλέφωνο, δεν το σηκώνει. Χτυπάω κουδούνια, δεν ανοίγει. Την ξαναπαίρνω τηλέφωνο, δεν το σηκώνει. Δεν το σήκωσε ποτέ. Που μιλάγαμε μία ώρα πριν! Και δεν είχε συμβεί και κάτι, να πεις ότι έγινε κάτι έκτακτο και τα λοιπά. Απλά δεν το σήκωσε. Κάναμε να μιλήσουμε καιρό.
«Με την Κωνσταντίνα Σπυροπούλου δεν ήμασταν φίλοι, με άλλη παρουσιάστρια έχω περάσει χειρότερα»
Φίλοι δεν ήμασταν, με την έννοια να βγαίνουμε και να κάνουμε παρέα. Εγώ με την Κωνσταντίνα έχω περάσει διάφορα στάδια συνεργασίας. Όμως, το γενικό πλαίσιο ήταν ότι εγώ πέρασα με την Κωνσταντίνα μία, πώς να στο πω, νορμάλ συνθήκη εργασιακή. Δεν θα σου την πω ούτε εύκολη, ούτε δύσκολη. Δηλαδή, με άλλον παρουσιαστή έχω περάσει δυσκολότερα.
Υπάρχει παρουσιαστής που έχεις περάσει δυσκολότερα;
Ναι.
Έχει εκπομπή τώρα στην τηλεόραση;
Συμμετέχει, ναι.
Συμμετέχει σε εκπομπή;
Ναι. Αλλά εγώ θεωρώ ότι έχω έναν τρόπο να μπορώ να τους διαχειριστώ λίγο τους ανθρώπους και να τους τοποθετήσω στο μυαλό μου έτσι ώστε να μη δυσκολεύομαι και εγώ ο ίδιος. Ε, θέλω να σου πω ότι με την Κωνσταντίνα μιλήσαμε περισσότερο αφού τελείωσε η συνεργασία μας. Δηλαδή καφέδες ήπιαμε, σαν φίλοι, αφού τελείωσε η συνεργασία.
«Είχε μεγάλη δύναμη τότε η Κωνσταντίνα Σπυροπούλου, δεν είναι κρυφό αυτό»
Δηλαδή νομίζω ότι φαινόταν αυτό παντού. Της δόθηκε μία δύναμη σε μία πολύ νεαρή ηλικία που δεν μπορούσε να τη διαχειριστεί. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Δεν ήμασταν φίλοι. Προσπαθούσα στο πλαίσιο της δουλειάς να βάλω κάποια όρια και κάποιες συνθήκες, αλλά αυτό ήταν στα θέματα της δουλειάς. Στην προσωπική της ζωή δεν είχα κανένα λόγο να μπω και να κάνω το coaching αυτό που λέμε ή να ‘μαι ο μέντορας της Κωνσταντίνας. Νομίζω ούτε και η ίδια μπορεί να ήθελε εκείνη την περίοδο.
«Ήξερα ότι ο Αντώνης Λουδάρος είναι καλά αμειβόμενος, σε σχέση με τους υπόλοιπους συνεργάτες»
Εγώ το έβρισκα κατά μία έννοια λογικό. Γιατί όταν ένας νέος παρουσιαστής υπάρχει σε μία εκπομπή, χρειάζεται έναν άνθρωπο δίπλα του που να ‘ναι και φοβερά αναγνωρίσιμος και να ‘χει και ένα εκτόπισμα. Θεωρώ ότι ο Αντώνης είχε το εκτόπισμα και την αναγνωρισιμότητα που χρειαζότανε, αυτό το έκρινε και το κανάλι. Επομένως, δεν μου φαίνεται παράλογο που αμείφθηκε καλά γι’ αυτό τον ρόλο.
Η Ελένη Μενεγάκη και ο τρόπος που δούλευε η Ελένη με διαμόρφωσε πάρα πολύ στον τρόπο που δουλεύω κι εγώ. Έχω δύο περιπτώσεις. Επειδή οι συνεργασίες που έκανα και με τη Ρούλα Κορομηλά και με την Ελένη ήταν back to back και επειδή ήταν δύο παρουσιάστριες που δούλευαν με τελείως διαφορετικό τρόπο, έχω υιοθετήσει κομμάτια και από τις δύο. Επομένως θεωρώ ότι είμαι ένα υβριδικό μοντέλο.
«Η Ρούλα Κορομηλά άλλαζε τη σκαλέτα μέχρι και την τελευταία στιγμή γιατί κάτι δεν της άρεσε»
Δεν έλεγε «α ωραία, το ‘χουμε, πάμε να το γυρίσουμε». Θα την κοίταζε, θα την ξαναδιάβαζε, θα ‘λεγε «μήπως αλλάξουμε αυτό;». Αλλάζαμε πολλά πράγματα τελευταία στιγμή, το οποίο αυτό μου δημιούργησε πάρα πολύ… αυτό του να είσαι alert ανά πάσα ώρα και στιγμή και να μπορείς να βρεις, ας πούμε, ένα κοπάδι πρόβατα στις 12:00 το βράδυ για να ‘ρθει την επόμενη μέρα το πρωί στο Μπράβο. Επομένως μου δημιούργησε αυτόν τον τρόπο δουλειάς και σκέψης.
Πηγαίνοντας μετά στην Ελένη, ήταν ένας άλλος τρόπος δουλειάς. Που έλεγε «λοιπόν, εμείς δουλεύουμε μέχρι τις 5:00 το απόγευμα». Που έμενε και εκείνη στο γραφείο μέχρι τις 5:00 το απόγευμα. «Άρα αυτό που θέλω, είμαι σίγουρη γι’ αυτό που θέλω να κάνω».
«Δεν είδα ποτέ την Ελένη Μενεγάκη ως πραγματική μου φίλη»
Η Ελένη δεν ήταν στο δικό μου μυαλό η φίλη όπως είναι η φίλη μου η κολλητή. Δεν την έβαλα ποτέ σ’ αυτό το κομμάτι γιατί είχαμε δύο διαφορετικές ζωές και συνθήκες καθημερινότητας. Δεν ξέρω αν την γνώριζα πριν από το γάμο της ή πριν από τα παιδιά πώς θα ήμασταν, αλλά εγώ τη γνώρισα παντρεμένη, με παιδί, με μία δουλειά. Δεν νομίζω ότι στο μυαλό μου την είδα ποτέ ως… πώς να στο πω, δεν θέλω να ακουστεί περίεργο… ως πραγματική μου φίλη. Την έβλεπα ως μια συνεργασία που είχαμε, έναν άνθρωπο που είχαμε μια πάρα πολύ καλή σχέση, ήταν πολύ δοτική απέναντί μου. Εγώ προσπαθούσα να είμαι πολύ εντάξει στη δουλειά μου απέναντί της και υπήρχαν και προσωπικές στιγμές που περνούσαμε πάρα πολύ ωραία. Επίσης, υπήρχαν στιγμές που μου έδειχνε ότι είχε πολύ αγαπησιάρικη διάθεση απέναντί μου. Η Ελένη είναι ένας άνθρωπος που έχει τους φίλους της και έχει την οικογένειά της και πολύ δύσκολα μπορείς να μπεις στον πυρήνα αυτό. Ενώ μπορεί να σε αγαπάει, να σε συμπαθεί και να κάνετε πολλά πράγματα μαζί, η φιλία για την Ελένη είναι άλλο πράγμα.
«Δεν θα καθόμουν σήμερα στον καναπέ της Ναταλίας Γερμανού ως συνεργάτης»
Με ποια έννοια; Νομίζω ότι με τη Ναταλία είναι η περίπτωση του συνεργάτη που δεν είμαστε κολλητοί, ούτε εγώ, ούτε η Σίσσυ, αλλά υπήρχε τόσο δυνατή χημεία στον αέρα και υπήρχε τόσο χιούμορ και πλάκα, που ο κόσμος πίστευε ότι ήμασταν κάθε μέρα μαζί. Και πίσω από τις κάμερες. Δεν ήμασταν έτσι. Και τώρα που συναντηθήκαμε μαζί, που τα συζητούσαμε, αυτό δεν μπορεί να φτιαχτεί. Όμως, η Ναταλία από τότε που τελειώσαμε το «Μες στην καλή χαρά» μέχρι τώρα, έχει και η ίδια εξελιχθεί. Είναι one woman show. Εγώ έχω εξελιχθεί… Επομένως δεν ξέρω στον αέρα πώς αυτό μπορεί να ταιριάξει. Η πραγματικότητα και η ωμή αλήθεια είναι ότι είμαι σε μία εκπομπή που, ενώ δεν είμαι ο κεντρικός παρουσιαστής, έχω τον χώρο και τον χρόνο να κάνω σχεδόν ό,τι θέλω. Επομένως, δεν ξέρω αν στη Ναταλία μπορώ να το κάνω αυτό. Ή σε οποιαδήποτε άλλη εκπομπή. Δηλαδή αυτόν τον χώρο που μου δίνει η Σίσσυ, δεν θα μου τον δώσει κανένας άλλος. Απλά τώρα να φύγω από μία συνθήκη που έχω έναν άνθρωπο που μιλάμε με τα μάτια, μου δίνει αυτό τον χώρο, να πάω με τη Ναταλία που ξέρω ότι έχουμε χημεία και έχουμε έναν κοινό κώδικα, αλλά είναι η δική της εκπομπή… Δεν ξέρω, νομίζω θα υπάρχει ένας ηλεκτρισμός.
«Σίγουρα θα πρέπει να έχω αδικήσει συνεργάτες μου»
Δηλαδή σε όλα αυτά τα χρόνια δεν υπάρχει περίπτωση να ‘σαι επικεφαλής μιας ομάδας και να μη ρωτήσεις κάποιον και να σου πει «ναι, εκείνη τη στιγμή αυτός με αδίκησε». Αυτό που μπορώ να σου πω με βεβαιότητα είναι ότι εγώ πάντα βάζω το καλό του προγράμματος πάνω από όλα. Δεν θα το κάνω με άδικο τρόπο, ούτε θα το κάνω χωρίς επιχειρήματα. Δηλαδή κάτι που θα πω, ας πούμε αν για να αλλάξει κάτι σε κάτι βίντεο, σε ένα βίντεο, θα πω γιατί πρέπει να αλλάξει. Ε και θεωρώ ότι όταν έχεις και ένα θεσμικό ρόλο, παίρνεις και την ευθύνη του τελικού αποτελέσματος. Αυτό δυστυχώς φέρνει και άλλα παρελκόμενα μαζί. Να δυσαρεστήσεις κάποιους ανθρώπους που είναι στην ομάδα σου. Ε, με αυτή τη λογική σίγουρα κάποιους θα πρέπει να έχω δυσαρεστήσει.
«Όλοι πιστεύουν ότι με μύησε στη γυμναστική ο Κωνσταντίνος Βασάλος, καμία σχέση»
Εγώ όταν ήμουνα 28 χρονών, που συνέπεσε με την απώλεια της μητέρας μου, είχα… συναισθηματική υπερφαγία.
«Έφτασα να ζυγίζω 130 κιλά»
Δηλαδή έχω μια φωτογραφία που πραγματικά είμαι ένας τεράστιος άνθρωπος. Τότε δεν με πείραζε η εικόνα μου. Δηλαδή δεν ήμουνα ο άνθρωπος που έλεγα «πώς είναι η εικόνα μου και πρέπει να την αλλάξω». Όμως σε κάποια στιγμή πήγα σε μια δουλειά και έπρεπε να ανεβώ έναν όροφο και λαχάνιασα. Και λέω «τώρα 28 χρονών άνθρωπος να λαχανιάζω… δεν πάει». Έτσι λοιπόν πήρα την απόφαση να χάσω αρκετά κιλά για λόγους υγείας.
Στην πορεία είχα τη σχέση με τη γυμναστική που έχει όλος ο κόσμος. Πήγαινα έκανα την εγγραφή μου, πήγαινα δυο φορές, μετά πήγαινα μετά από τρεις μήνες, μετά δεν πήγαινα καθόλου. Μέχρι που κάποια στιγμή αποφάσισα να πειθαρχήσω και να πω «θα το δω σαν μέρος δουλειάς, σαν πώς πάω στη δουλειά μου και δεν μπορώ να μην πάω, θα πηγαίνω στο γυμναστήριο». Επειδή έβλεπα βελτίωση στο σώμα μου χρόνο με το χρόνο, αυτό ξέρεις δημιουργούσε τη συνθήκη να πάω στο επόμενο στάδιο και σιγά σιγά, δηλαδή τα τελευταία τρία τέσσερα χρόνια, είμαι φουλ πειθαρχημένος στο κομμάτι του γυμναστηρίου.
«Φέτος τα Χριστούγεννα δεν θα ταξιδέψω»
Δεν έχουμε κανονίσει κάτι. Μπορεί να φύγω την Πρωτοχρονιά. Χριστούγεννα σίγουρα θα είμαι εδώ. Αλλά μ’ αρέσει η Αθήνα τα Χριστούγεννα. Μου αρέσει γιατί η Αθήνα τα Χριστούγεννα γίνεται πολύ όμορφη και όσες φορές έχω μείνει, πραγματικά έχω περάσει πολύ ωραία. Απλά μιλάω λίγο εκ του ασφαλούς γιατί έχω κανονίσει μια σειρά ταξιδιών μετά τα Χριστούγεννα, επομένως..
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ