«Μετά το αποχαιρετιστήριο πάρτι η Μελίνα Μερκούρη μου ψιθύρισε: «Έλα σπίτι, θα σε περιμένω…»

Μελίνα Μερκούρη

«Φιληθήκαμε. Ο Χαροκόπος κοιμόταν στο διπλανό δωμάτιο...»

Σε συνέντευξη του στην εφημερίδα Καθημερινή και στην Τασούλα Επτακοίλη, ο ηθοποιός Γιάννης Φέρτης μιλά για τη γνωριμία του με την Μελίνα Μερκούρη και τη σχέση που είχαν…

fertis_h_645_450

Πολύ νωρίς στην πορεία σας, το 1960, παίξατε με τη Μελίνα Μερκούρη στο «Γλυκό πουλί της νιότης» του Τενεσί Ουίλιαμς. Τι θυμάστε από εκείνη την παράσταση;

[dfp_ads id=236982]

Ήμουν στο τρίτο έτος της σχολής και κάναμε πρόβα στην «Ευρυδίκη» του Ανούιγ. Η ώρα είχε περάσει και ο Κουν, που ήταν πάντα Εγγλέζος στα ραντεβού του, δεν είχε φανεί. Ηταν με τη Μελίνα στο γραφείο του, όπως μάθαμε. Κάποια στιγμή με φώναξε και μας σύστησε. Όταν πια βγήκαν, ήμουν ακουμπισμένος σε μια κολόνα, στην άκρη της σκηνής –σαν τώρα το θυμάμαι– και η Μελίνα έτρεξε προς το μέρος μου. Για να καταλάβετε τη συνέχεια, πρέπει να σας πω ότι έχω δαλτωνισμό, μια διαταραχή της όρασης, κι έτσι δεν διακρίνω κάποια χρώματα, όπως το πράσινο και το κόκκινο. Ήρθε, λοιπόν, η Μελίνα και στάθηκε μπροστά μου. Φορούσε μια κλαρωτή φούστα. «Τι χρώμα είναι αυτό;» μου έδειξε πάνω στη φούστα της. Απάντησα. «Και αυτό;» Απάντησα ξανά. «Και αυτό;» Απάντησα και πάλι. «Έλα, βρε Κάρολε, που λες ότι το παιδί δεν βλέπει τα χρώματα. Μια χαρά τα βλέπει!» είπε στον Κουν κι έφυγε.

Για τις ανάγκες εκείνης της παράστασης δεν ήταν που γίνατε ξανθός;

Α, βέβαια. Με πήγε η Μελίνα στο κομμωτήριό της. Ετσουζε τόσο πολύ το κεφάλι μου με το οξυζενέ στο ντεκαπάζ, που σκεφτόμουν πως πρέπει να είστε τρελές εσείς οι γυναίκες για να υπομένετε τέτοια ταλαιπωρία. Εφυγα από το κομμωτήριο, κατάξανθος πια, και ανηφόρισα προς την Ασκληπιού. Έξω από το 5ο Θηλέων, οι μαθήτριες με ξεφώνισαν. Στο σπίτι, η μητέρα μου άνοιξε την πόρτα. Γούρλωσε τα μάτια της μόλις με αντίκρισε και δάκρυα άρχισαν να τρέχουν. Αλλά δεν είπε κουβέντα. Ποτέ.

Πάνω στη σκηνή πώς ήταν η χημεία με τη Μελίνα Μερκούρη;

Με αντιμετώπισε σαν να ήμασταν συμπρωταγωνιστές. Εκείνη, σαραντάρα και διάσημη, κι εγώ είκοσι δύο ετών και ακόμα σπουδαστής. Ηταν γλυκός άνθρωπος, ειλικρινής και… χάχας. Συχνά την έπιανε νευρικό γέλιο πάνω στη σκηνή. Μια φορά, έμπηξε τόσο δυνατά τα νύχια της στην παλάμη της, για να μη γελάσει, που έτρεχε αίμα. Αλλά στην τελευταία μας παράσταση, ήμασταν πολύ συγκινημένοι και οι δυο. Κοντέψαμε να βάλουμε τα κλάματα. Την επόμενη μέρα θα έφευγε για το Παρίσι, για να συναντήσει τον Ντασέν. Μετά το αποχαιρετιστήριο πάρτι, που κράτησε έως τα χαράματα, έσκυψε και μου ψιθύρισε: «Έλα στο σπίτι, θα σε περιμένω». Είχαν ξενοικιάσει το διαμέρισμά τους και τη φιλοξενούσε ο πρώην σύζυγός της, ο Γιώργος Χαροκόπος, στο δικό του στο Κολωνάκι. Πήγα. Πήραμε πρωινό στο δωμάτιό της. Δεν ήξερε αν και πότε θα ερχόταν ξανά στην Ελλάδα. Και φιληθήκαμε. Ο Χαροκόπος κοιμόταν στο διπλανό δωμάτιο.