Γιώργος Αρσενάκος: «Από εκεί που ήμουν βασιλιάς στα 30 μου, έμεινα κυριολεκτικά στον αέρα»

Γιώργος Αρσενάκος

Όσα εξομολογήθηκε ο Γιώργος Αρσενάκος στην συνέντευξη του Down Town.

Για την επιτυχημένη πορεία του στη δισκογραφία μίλησε ο Γιώργος Αρσενάκος στο περιοδικό Down Town και τον δημοσιογράφο Τάσο Μπιμπισίδη. Μέσα σε όλα, μάλιστα, ο Mr. Panik αναφέρθηκε στον πρωταγωνιστικό ρόλο που έχει η μουσική στη ζωή του, την ενασχόληση με τον κόσμο της νύχτας καθώς και τα λάθη στη διαδρομή του.

Η μουσική πώς ήρθε στη ζωή σου;

Mεγάλωσα σε μια δεκαετία που η ελληνική μουσική ήταν στα καλύτερά της, υπήρχε παντού. Από τη Χαρούλα Αλεξίου και την Άλκηστη Πρωτοψάλτη μέχρι την Άννα Βίσση και την Καίτη
Γαρμπή, υπήρχαν όλα, έπαιζαν όλα, τα άκουγες όλα. Όλοι δισκογραφούσαν, όλοι έκαναν επιτυχίες. Αγόραζα συνέχεια δίσκους και κασέτες και αγάπησα αμέσως την ελληνική μουσική και τους Έλληνες καλλιτέχνες. Στο σχολείο ήμουν πολύ καλός μαθητής αλλά δεν ήξερα τι θέλω να κάνω. Η μάνα μου ήθελε να γίνω δικηγόρος και ο πατέρας μου γιατρός – τα κλασικά. Εγώ δεν ήθελα ούτε το ένα ούτε το άλλο, οπότε όταν έδωσα εξετάσεις και έβγαλα έναν πολύ καλό βαθμό άρχισα να διαγράφω σχολές στο μηχανογραφικό. Το μόνο που μου έμεινε στο τέλος ήταν ένα τμήμα στο Πάντειο Πανεπιστήμιο με τίτλο Επικοινωνία και ΜΜΕ. Θεώρησα ότι αυτό μου ταιριάζει περισσότερο. Εκεί υπήρξε ένας καθηγητής που μου άλλαξε όλη την κοσμοθεωρία. Δεν ξέρω αν το πανεπιστήμιο μου έδωσε γνώσεις, αλλά σίγουρα άλλαξε τον τρόπο που σκεφτόμουν, άνοιξε το κεφάλι μου. Δεν ήθελα να μείνω στη γειτονιά, μου φαινόταν λίγο για μένα. Μετά από ένα χρόνο έκανα πρακτική σε έναν εκδοτικό οίκο με τα μεγαλύτερα περιοδικά της εποχής. Έτσι γνώρισα τον Γιώργο Τσαλίκη, τον πρώτο καλλιτέχνη με τον οποίο συνεργάστηκα. Είχα πάει να του κάνω μια συνέντευξη την περίοδο που είχε κυκλοφορήσει την πρώτη του δουλειά με τη Nitro Music του Πέτρου Κωστόπουλου. Ξεκινήσαμε να δουλεύουμε μαζί. Παρόλο που ήμουν 18 χρόνων, μέσα σε ένα χρόνο έκανα δημόσιες σχέσεις στο μαγαζί που εμφανιζόταν, δούλεψα στη νύχτα, του έκανα management. Στα 19 μου έκλεινα deal με ανθρώπους της νύχτας, έκλεινα μεροκάματα, επέλεγα ρεπερτόριο, έστηνα το promo.

Δεν ήταν βουνό για ένα παιδί στα 19 να βρεθεί ξαφνικά στον κόσμο της νύχτας;

Σ’ εκείνη τη φάση ήμουν στα μάτια των άλλων ένας χαριτωμένος νεαρός τύπος που όλοι τον αγκάλιαζαν και τον συμπαθούσαν. Υπήρχαν βέβαια δυσκολίες, υπήρχε αγριάδα. Δυσκολίες όμως συναντάς και τη μέρα, και πολλές φορές χειρότερη χυδαιότητα απ’ ό,τι τη νύχτα. Γιατί η νύχτα έχει την αγριάδα που σου λέω, αλλά έχει και μια ευθύτητα, έναν αυθορμητισμό, μια ειλικρίνεια. Τη μέρα πολλές φορές υποκρινόμαστε, έχουμε δεύτερες σκέψεις. Μετά από λίγα χρόνια, βέβαια, αποφάσισα ότι δεν θέλω να περάσω όλα μου τα χρόνια ζώντας από τις 12 το βράδυ μέχρι τις 7 το πρωί, ότι δεν θέλω να βγάζω γαρίφαλα από το κεφάλι μου. Έτσι ξεκίνησα να εργάζομαι στη Universal Music. Έμεινα εκεί πέντε χρόνια. Έγινα υπεύθυνος ελληνικού ρεπερτορίου – είχαμε καλλιτέχνες που πραγματικά «θέριζαν»: τον Μιχάλη Χατζηγιάννη, την Ελευθερία Αρβανιτάκη, τον Νίκο Βέρτη. Όλα αυτά μέχρι το 2011, που ξαφνικά ένα πρωί απολύθηκα. Από εκεί που ήμουν «βασιλιάς» στα 30 μου, έμεινα κυριολεκτικά στον αέρα.

Τι πήγε λάθος;

Ήμουν θύμα της αλλαγής διοίκησης και της γενικότερης κρίσης που υπήρχε τότε στην Ελλάδα. Ήταν μεγάλο σοκ. Πήγα ένα πρωί στη δουλειά και απλώς με απέλυσαν, μου πήραν το αυτοκίνητο, μου πήραν το κινητό –ανήκαν όλα στην εταιρεία–, έχασα το μισθό μου. Όλα έτσι ξαφνικά, χωρίς καμία προειδοποίηση. Θυμάμαι μόνο ότι έφυγα από το γραφείο, κατέβηκα στη Λεωφόρο Μεσογείων και έκατσα μόνος μου σε μια στάση λεωφορείου. Δεν ήξερα πού να στραφώ! Έβλεπα τα αυτοκίνητα να περνάνε και έβαλα τα κλάματα. Ένας ζωντανός νεκρός που κοιτούσε το χάος. Μετά από λίγη ώρα πήρα τη μητέρα μου τηλέφωνο για να έρθει να με μαζέψει. Πήγαμε σπίτι, μου μαγείρεψε, με παρηγόρησε και από την άλλη κιόλας μέρα αποφάσισα να πάρω τα πάνω μου. Και εδώ έρχονται για άλλη μία φορά οι φίλοι στη ζωή μου – άλλη μία φορά που διαπίστωσα πόσο σημαντικοί είναι. Έτυχε μέσα από τις παρέες που έκανα εκείνη την περίοδο να είναι καλή μου φίλη η Εριέττα Κούρκουλου-Λάτση. Το 2010 γνώρισα και τον αδερφό της, τον Πάρι Κασιδόκωστα, και κάναμε όλοι μαζί παρέα. Εγώ γενικά είμαι πολύ ανοιχτός άνθρωπος, ό,τι έχω το λέω, δεν φοβάμαι να εκτεθώ. Οπότε εκείνη την περίοδο μιλούσα σε όλους για το «δράμα» μου: Που δεν είχα δουλειά, που δεν είχα χρήματα, που δεν είχα να πληρώσω ούτε το κινητό μου. Μου λέει λοιπόν ο Πάρις: «Είσαι δουλευταράς. Έλα να κάνουμε μια εταιρεία μόνοι μας.» Τον αποπήρα αμέσως! Του λέω: «Πάρι μου, δεν μας αφήνεις; Όλες οι εταιρείες κλείνουν κι εμείς θα πάμε να ανοίξουμε καινούργια;» Βέβαια, όντως η αγάπη μας για τη μουσική ήταν αυτό που μας ένωσε από την αρχή με τον Πάρι. Όμως για μένα τότε ήταν απαραίτητο να βρω άμεσα μια δουλειά, δεν είχα περιθώριο να περιμένω. Ευτυχώς, μετά από λίγες μόλις μέρες ξεκίνησα τη συνεργασία μου με τη Heaven Music και ηρέμησα. Ο φίλος μου ο Πάρις όμως επέμενε!