Η Μαρία Ναυπλιώτου ήταν καλεσμένη το πρωί της Δευτέρας στο «Πρωίαν σε είδον». Η γοητευτική ηθοποιός μίλησε για τα παιδικά της χρόνια στου Μακρυγιάννη, την αυστηρή μαθητεία στο μπαλέτο με τις μεγάλες στερήσεις και τον πόνο, αλλά και τη μετάβαση στην υποκριτική.
«Γεννήθηκα στου Μακρυγιάννη, έμενα μες στο κέντρο και οκτώ ετών πήγαμε στο Φάληρο γιατί η μαμά μου αγαπούσε τη θάλασσα. Όταν άνοιγε το Ηρώδειο, το Φεστιβάλ Αθηνών, ήμουνα από τους πρώτους. Έπαιρνα το λεωφορείο και πήγαινα στο Ηρώδειο για να δω παραστάσεις. Μορίς Μπεζάρ, Άλβιν Νικολάις, Μάρθα Γκράχαμ… Τι να σου πω; Τα Μπολσόι, τα Κίροφ, τα πάντα! Τα πάντα», είπε αρχικά η Μαρία Ναυπλιώτου.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Στη συνέχεια, η δημοφιλής ηθοποιός αναφέρθηκε στις δυσκολίες που βίωσε ως χορεύτρια. «Εννέα η ώρα το πρωί πιάναμε την μπάρα, κάναμε το πρώτο μάθημα που ήτανε μπαλέτο, μετά κάναμε σύγχρονο, μετά κάναμε character. Αυτό πήγαινε όλη την ημέρα μέχρι το μεσημέρι και μετά κάναμε τα θεωρητικά μαθήματα. Και μετά κάναμε πρόβα στο Ελληνικό Χορόδραμα για να ανέβουν οι παραστάσεις. Υπήρχε αυστηρή διατροφή, μας ζυγίζανε… ξεφεύγαμε, μας φωνάζανε. Δεν είναι εύκολο πράγμα να είσαι χορευτής. Είναι μια ζωή απόλυτης πειθαρχίας, μαθαίνεις να πονάς και να κάνεις παραστάσεις. Πάντα έχεις να παλέψεις έναν πόνο, μία θλάση, μια τενοντίτιδα, ένα μυϊκό σπασμό. Τεράστιες στερήσεις. Τεράστιες στερήσεις που σε κάποιους ανθρώπους έχουν αποδειχθεί και πολύ επικίνδυνες».
«Στο θέατρο είχα μάθει, και στο χορό, να υπάρχει ένας ρόλος που σε προστατεύει κάπως. Δηλαδή μπαίνει μια ασπίδα, λες “δεν είμαι εγώ, είναι ο ρόλος”. Μπούρδες, εσύ είσαι πάντα, αλλά εν πάση περιπτώσει. Αυτό που θέλω είναι να είμαι συνεπής απέναντι στον εαυτό μου και κάθε φορά που ασχολούμαι με ένα έργο και έναν καινούργιο ρόλο να πηγαίνω όσο πιο σε βάθος μπορώ. Αν μπεις στη λογική “να κάνω μία σπουδαία ερμηνεία”, είναι το χειρότερο πράγμα που μπορεί να σκεφτεί ένας ηθοποιός. Δεν αφήνεσαι ποτέ σ’ αυτό που συμβαίνει στο παρόν, έχεις το νου σου στο να τα κάνεις όλα καλά και αυτό μπορεί να σε καταστρέψει.
Περισσότερο αυτό που με απασχολεί είναι σ’ αυτά τα αχαρτογράφητα νερά, σ’ αυτά που δεν ξέρεις… Κάθε φορά ανοίγεις μια πόρτα και είναι ένα σκοτεινό δωμάτιο και δεν ξέρεις τι θα συναντήσεις… Να μπορέσω με γενναιότητα να συναντήσω και να κατανοήσω και να νιώσω τις ψυχολογικές διαδρομές του ήρωα», κατέληξε.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ