Γιώργος Μαργαρίτης:«Οι «έντεχνοι» τι ακριβώς ερμηνεύουν;»
«Δεν βάλανε την ταμπέλα τους πουθενά, την έβαλαν στο συρτάρι του Υπουργείου Πολιτισμού. Από εκεί τα παίρνουν οι περισσότεροι.»
Ο λαϊκός τραγουδιστής Γιώργος Μαργαρίτης μίλησε στη Σοφία Χουντάση και στην εφημερίδα Πρώτο Θέμα για τη συμμετοχή του στο φεστιβάλ του ΣΥΡΙΖΑ, τους «έντεχνους» καλλιτέχνες, αλλά και την πιο δύσκολη στιγμή του όλα αυτά τα χρόνια.
Έγινε μεγάλη συζήτηση στα social media για το ότι έκανες «σκυλάδικο» το φεστιβάλ του ΣΥΡΙΖΑ, αφού μέχρι σήμερα προτιμούσαν έντεχνους καλλιτέχνες.
Αν τα τραγούδια του Τσιτσάνη και το Θεοδωράκη που ερμήνευσα είναι σκυλάδικα, τότε τι να πω; Σίγουρα δεν μπορούμε να αρέσουμε σε όλο τον κόσμο. Αλλά ποιος είναι ο έντεχνος; Αυτός που τραγουδάει έντεχνα καψούρικα με έναν άλλο, πλάγια τρόπο; Εμείς λέμε την αλήθεια. Τα τραγούδια τα δικά μου, του Τσιτσάνη, του Παπαϊωάννου, του Καζαντζίδη είναι αληθινά τραγούδια.
Δεν μου αρέσει να καταδικάζω κανέναν, αλλά οι «έντεχνοι» τι ακριβώς ερμηνεύουν; πρόκειται για κοινωνικά τραγούδια; Τους εντεχνοτραγουδιστές, όπως θέλουν να αυτοαποκαλούνται, τους αγαπώ και τους εκτιμώ. Μάλιστα αυτόν τον καιρό δουλεύω κι έναν δίσκο ο οποίος επιχειρεί να γεφυρώσει τις δύο πλευρές. Οι έντεχνοι λέγονταν ελαφρολαϊκοί εκείνα τα χρόνια. Τώρα έβαλαν την ετικέτα «έντεχνοι» γιατί δεν τα πήγαιναν καλά με τους λαϊκούς τραγουδιστές. Το ίδιο πράγμα υπηρετούμε. Οι λαϊκοί τραγουδιστές ζούμε όλα τα χρόνια βάζοντας την ταμπέλα μας σε κάποιο μαγαζί και ο κόσμος έρχεται να μας ακούσει. Αυτοί δεν έβγαλαν έτσι τα χρήματα τους. Δεν βάλανε την ταμπέλα τους πουθενά, την έβαλαν στο συρτάρι του Υπουργείου Πολιτισμού. Από εκεί τα παίρνουν οι περισσότεροι. Μαγκιά είναι να βάλεις την ταμπέλα σου σε ένα μαγαζί. Να αφήσουν κάτω το Υπουργείο Πολιτισμού όλοι τους. Οι μεγάλοι τραγουδιστές έχουν φύγει χωρίς να πάρουν ένα ευρώ από το υπουργείου Πολιτισμού, οι μικροί τα πήραν. Υπάρχουν βέβαια και μεγάλοι συνθέτες που τους χρωστάμε. Για μένα όλοι αυτοί είναι ελαφρολαϊκοί. Πάντως, η Νεολαία του ΣΥΡΙΖΑ και η ΚΝΕ δεν παίζονται. Έπαθα πλάκα με την αγάπη που μου δώσανε απλόχερα.
Ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή σου όλα αυτά τα χρόνια;
Η χειρότερη εποχή που έζησα ήταν η δικτατορία. Απαγορευόταν να βγούμε τρία άτομα μαζί μετά τις οχτώ. Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από το να μην μπορείς να πεις τη γνώμη σου ελεύθερα. Ήταν σα να σου είχαν ράψει το στόμα. Θυμάμαι είχα πάει ένα βράδυ σε ένα σπίτι για να τραγουδήσω και μου ζήτησαν Μίκη θεοδωράκη. Με το που αρχίζω με αρπάζει ένα χέρι. Ανάμεσα στους καλεσμένους ήταν ένας χωροφύλακας. Μου λέει: «Τι τραγουδάς; Δεν ξέρεις ότι απαγορεύεται;». Έκανα ότι δεν το γνώριζα. Εκείνη τη φορά σώθηκα. Υπήρχαν όμως άλλες που δε τα κατάφερα. Έτρωγα ξύλο για επτά μέρες, μπήκα στον Κορυδαλλό, αλλά ευτυχώς για λίγο. Δεν θέλω όμως να τα θυμάμαι αυτά. Το «απαγορεύεται» με τρελαίνει και είμαι γεννημένος 25 Μαρτίου. Τυχαίο; Δε νομίζω…