Σοκάρει η εξομολόγηση Έλληνα ηθοποιού: «Η μάνα μου “έλιωσε” στο κρεβάτι, είχε γίνει σαν τους ανθρώπους του Άουσβιτς»
«Έδιωξα τον πατέρα μου από το σπίτι, δεν ήταν κύριος, τσιλημπούρδιζε…»!
Συνέντευξη στο περιοδικό “Λοιπόν” και τη Ρενέ Σαραντινού παραχώρησε ο Μάνος Πίντζης, ο οποίος μίλησε για τον θάνατο της μητέρας του, ενώ αποκάλυψε τις πολύ κακές σχέσεις που είχε με τον πατέρα του, τον οποίο αναγκάστηκε να διώξει από το σπίτι του.
Ποια είναι η πιο δύσκολη στιγμή στη ζωή σου;
Ο θάνατος της μάνας μου και το σκηνικό πριν από το θάνατό της, που αναγκάστηκα να διώξω τον πατέρα μου από το σπίτι.
Γιατί τον έδιωξες;
Γιατί δεν ήταν καθόλου τυπικός σε ότι αφορά τη μητέρα μου, κάτι που τον έπιασε στα γεράματα.
Τι εννοείς;
Ήταν με το ένα πόδι εδώ και με το άλλο “αλλού”. Τσιλημπούρδιζε και δεν ήταν καθόλου κύριος στο σπίτι του. Του είχα πει ότι τον καταλαβαίνω ως άντρας, επειδή η μητέρα μου δεν μπορούσε να έχει σεξουαλική επαφή μαζί του, λόγω της ασθένειάς της, να “πάει” κάπου άλλου, αλλά να είναι κύριος. Δεν ήταν καθόλου κύριος. Μια βραδιά “τα πήρα στο κρανίο”, άνοιξα την πόρτα, του πέταξα όλα τα πράγματα έξω από το σπίτι και του είπα: ”θα σε καθαρίσω”. Έχω και μια αδελφή, αλλά εγώ για τον πατέρα μου ήμουν ο χαμένος, ο αποτυχημένος, δεν ξέρω τι είχε μέσα στην ψυχή του αυτός ο άνθρωπος. Ήμουν εκείνος που δεν θα έκανε ποτέ τίποτα, ένα τίποτα, ένας χαμένος. Τον πέταξα έξω κανονικά, του είπα να τσακιστεί να φύγει από το σπίτι.
Ποια είναι η σχέση με τον πατέρα σου;
Δεν έχω καμία σχέση μαζί του, ζει με την άλλη κυρία, ούτε τα παιδιά μου έχει δει, δεν με έχει πάρει τηλέφωνο ποτέ και δεν θέλω, δεν τον έχω ανάγκη. Δεν μου έχει δημιουργηθεί κανένα απωθημένο για τον πατέρα μου.
Πότε “έφυγε” από τη ζωή η μητέρα σου;
Τη μητέρα μου την “έχασα” το καλοκαίρι του 2009, από καρδιακή ανεπάρκεια, “έλιωνε” στο κρεβάτι χωρίς να μπορεί να κάνει τίποτα, ούτε εγχείρηση. “Έλιωσε” τόσο γρήγορα… Είχε γίνει σαν τους ανθρώπους του Άουσβιτς… Ήταν 72 χρονών. Τη θάψαμε στην Πελοπόννησο, εκεί που γεννήθηκε. Το βράδυ έπαιζα στο “Μπαμπά, μην ξαναπεθάνεις Παρασκευή”, όπου σήκωνα ένα φέρετρο. Σουρεαλιστικό καλοκαίρι για μένα.