Γλυκά Νερά: Καρέ – καρέ τι αντίκρισαν οι αστυνομικοί μέσα στη μεζονέτα

Γλυκά Νερά

Οι πρώτοι που βρέθηκαν στο σημείο της δολοφονίας της 20χρονης Κάρολαϊν το πρωί της 11ης Μαΐου, στα Γλυκά Νερά, ήταν οι αστυνομικοί που έλαβαν σήμα ότι ένας άνδρας καλεί σε βοήθεια.

Συνολικά στο σημείο έσπευσαν δύο περιπολικά με τέσσερις αστυνομικούς στο σπίτι στα Γλυκά Νερά. Εκείνη τη στιγμή, είχε βγει έξω και η γειτόνισσα του ζευγαριού με τον άνδρα της, στην οποία είχε τηλεφωνήσει ο καθ´ομολογίαν δολοφόνος της Κάρολαϊν. Η γυναίκα τον έβαλε σε ανοικτή ακρόαση προκειμένου να τον ακούσουν οι αστυνομικοί. Έχοντας βάλει ήδη σε εφαρμογή το σχέδιο του για τη σκηνοθετημένη ληστεία ο 32χρονος πιλότος τους καλούσε να μπουν στο σπίτι.

Ο Χρήστος Βαρδίκος, ο αστυνομικός που είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο, όταν κυκλοφόρησε η φωτογραφία του με το -τότε- 11 μηνών βρέφος στην αγκαλιά, αλλά και αργότερα με όσα είχε περιγράψει στη σειρά «Deep Blue» της ΕΛ.ΑΣ. για την εμπειρία του, στην κατάθεση του εκείνη την ημέρα, είχε περιγράψει πως όταν έφτασε στο σημείο, συνάντησε τη γειτόνισσα του ζευγαριού, η οποία μιλούσε στο τηλέφωνο με τον κατηγορούμενο. «Άκουσα μια αντρική φωνή η οποία ακουγόταν σαν να είναι φιμωμένη, και η οποία φώναζε «βοήθεια» και μας καλούσε να σπάσουμε την πόρτα, ώστε να μπούμε στο σπίτι» ανέφερε στην κατάθεση του.

Η γειτόνισσα του ζευγαριού, η οποία άκουσε στις 4:20 το πρωί το κλάμα του σκύλου και βήματα, ανέφερε στην κατάθεση της στις 11 Μαΐου 2021, ότι ο πιλότος την κάλεσε στις 6:15 το πρωί στο κινητό της τηλέφωνο. «Εγώ το σήκωσα και τότε άκουσα τον Μπάμπη να μουγκρίζει. Δεν καταλάβαινα τι έλεγε και του φώναζα να μιλήσει για να δω τι ήθελε. Αναστατώθηκα πολύ και ξύπνησα τον άντρα μου, που μέχρι εκείνη την ώρα κοιμόταν. Μετά από ένα λεπτό το τηλέφωνο έκλεισε και κάλεσα, ξανά τον Μπάμπη, ο οποίος μου το σήκωσε. Πάλι όμως δεν μπορούσα να καταλάβω τι έλεγε. Αποφάσισα να βγω έξω από το σπίτι και να πάω δίπλα για να καταλάβω τι έγινε. Έτσι, λοιπόν, βγήκα έξω και αμέσως με ακολούθησε ο άντρας μου. Την ώρα που βγήκαμε από το σπίτι έφτασαν κάποια αστυνομικοί. Τότε τους είπα πως στο δίπλα σπίτι υπάρχει ένας άνθρωπος που μάλλον χρειάζεται βοήθεια. Ακόμη έβαλα το κινητό μου τηλέφωνο σε ανοιχτή ακρόαση για να ακούσουν οι αστυνομικοί τον Μπάμπη. Ο Μπάμπης μούγκριζε και έλεγε κάτι αλλά δεν μπορούσα να το καταλάβω. Ακόμα δεν μπορώ να πιστέψω το κακό που έγινε».

Καρέ – καρέ τι αντίκρισαν οι αστυνομικοί 

Ο Χρήστος Βαρδίκος και ο Κλεάνθης Αντωνόπουλος, οι δύο αστυνομικοί, που μπήκαν πρώτοι στη μονοκατοικία έχουν περιγράψει καρέ-καρέ τι αντίκρισαν.

Οι αστυνομικοί μπήκαν στη μονοκατοικία από το διαρρηγμένο, όπως πίστεψαν τότε, παράθυρο στο ημιυπόγειο. Μέχρι να φτάσουν στη σοφίτα άκουγαν τον άνδρα να καλεί σε «βοήθεια». «Ο Βαρδίκος μας ενημέρωσε ότι στην πίσω πλευρά του σπιτιού είχε βρει διαρρηγμένο, ένα παράθυρο, στον ημιυπόγειο και μας περίμενε για να μπούμε όλοι μαζί μέσα όπως και έγινε. Μπαίνοντας είδαμε ότι υπήρχε ένα πεταμένο παράθυρο στο πάτωμα και μετά ξεκινήσαμε σιγά-σιγά να ανοίγουμε πόρτες και να ελέγχουμε το υπόλοιπο σπίτι. Καθ’ όλη τη διάρκεια του ελέγχου που κάναμε ακούγαμε μια φωνή από τους πάνω ορόφους του σπιτιού να φωνάζει «βοήθεια» χωρίς όμως είναι να είναι καθαρά αυτά που λέει». περιγράφει ο αστυνομικός Κλ. Αντωνόπουλος.

Η πρώτη φρικτή εικόνα που αντίκρισαν ήταν εκείνη του κρεμασμένου σκύλου. «Φτάνοντας στο ισόγειο είδαμε ένα χώρο, ο οποίος ήταν περιφραγμένος με σύρμα και η πόρτα ήταν ανοιχτή. Έτσι καταλάβαμε ότι μέσα στο σπίτι υπήρχε σκυλί. Στο χώρο εκείνο υπήρχαν και περιττώματα του σκύλου. Στη συνέχεια προσπαθήσαμε να ανέβουμε στον πάνω όροφο και στο κάγκελο της σκάλας, είδαμε κρεμασμένο το σκυλί με το λουρί του», περιγράφει ο αστυνομικός.

«Τι είδα στη…σοφίτα»

Ο Κλ. Αντωνόπουλος ήταν ο πρώτος εκ των αστυνομικών που μπήκε στη σοφίτα: «Ανεβήκαμε προς τους πάνω ορόφους ερευνώντας ένα – ένα τα δωμάτια και καταλήξαμε στη σοφίτα. Αν θυμάμαι καλά πρώτος στη σοφίτα μπήκα εγώ. Μπαίνοντας είδα στο κρεβάτι του δωματίου μια γυναίκα να είναι μπρούμυτα δεμένη πισθάγκωνα με ένα ρούχο», αναφέρει, προσθέτοντας: «Μισό πάνω στην γυναίκα και μισό στο κρεβάτι ήταν ένα μωρό, το οποίο με κοίταζε χωρίς να κλαίει. Στο πάτωμα δίπλα στο κρεβάτι αριστερά του κρεβατιού, όπως κοιτάζουμε από την πόρτα, υπήρχε ένας άντρας, ο οποίος ήταν δεμένος χειροπόδαρα με ένα λευκό σπάγκο, με μέτωπο στο κρεβάτι. Για να καταλάβετε καλύτερα, τα χέρια και τα πόδια του άντρα ήταν δεμένα μαζί και προς το σώμα. Δεν ήταν δεμένα πίσω. Επίσης, υπήρχε μονωτική ταινία, χρώματος καφέ, δεμένη στο λαιμό αρκετές φορές, αρκετά σφιχτά στο στόμα τουλάχιστον 4-5 φορές και μια φορά περασμένη στα μάτια».

Ο κατηγορούμενος είχε ήδη βάλει σε εφαρμογή το σχέδιο του και εκείνη τη στιγμή προσπάθησε να κάνει τους αστυνομικούς να πιστέψουν ότι ήταν σε… πανικό, ενώ το πρώτο πράγμα που τους ρώτησε ήταν γιατί σκότωσαν τη γυναίκα του, αφού τους είπε πού ήταν τα…λεφτά. «Πλησίασα τον άντρα, ο οποίος ήταν σε κατάσταση πανικού και με ένα σουγιά έκοψα προσεκτικά την ταινία, αρχικά, στο λαιμό και μετά στο στόμα. Μου έδωσε την εντύπωση πως, αν δεν του έβγαζα την ταινία, γρήγορα, μπορεί και να πέθαινε. Η ταινία από τα μάτια έπεσε μόνη της. Άφησα την ταινία δίπλα και ξεκίνησα να κόβω τον σπάγκο στα χέρια και στα πόδια με τον ίδιο σουγιά. Δίπλα απ’ το κεφάλι του άντρα υπήρχε ένα κινητό τηλέφωνο ανοιχτό. Μόλις τον έλυσα, σηκώθηκε και πήρε αγκαλιά το μωρό. Μας είπε ότι μπήκαν μέσα με όπλα τρεις άντρες, ο ένας κρατούσε πιστόλι και οι άλλοι περίστροφο, και του ζήτησαν λεφτά. Μας ρώτησε επίσης γιατί σκότωσαν τη γυναίκα του, αφού τους είπε πού είναι τα λεφτά» περιέγραψε ο αστυνομικός, ο οποίος πρόσθεσε πως όλα τα δωμάτια του σπιτιού ήταν ψαγμένα και ανακατεμένα.

«Το μωρό ήταν ήσυχο, δεν έκλαιγε…»

Την ίδια εικόνα, σε γενικές γραμμές, περιγράφει και ο αστυνομικός Χρ. Βαρδίκος, ο οποίος μόλις μπήκε στη σοφίτα ασχολήθηκε κυρίως με το μωρό. Ο αστυνομικός περιγράφει την πρώτη εικόνα της 20χρονης που αντίκρισε, λέγοντας πως είχε τυλιγμένο γύρω από το λαιμό της ένα γκρι ύφασμα, ενώ πάνω στην πλάτη της βρισκόταν η κόρη της…

«Η πόρτα της κρεβατοκάμαράς ήταν μισάνοικτη. Όταν μπήκαμε μέσα, μπροστά μας είδαμε ένα κρεβάτι. Πάνω στο κρεβάτι υπήρχε μια γυναίκα, γυρισμένη και ξαπλωμένη μπρούμυτα, η οποία είχε τα χέρια της δεμένο πισθάγκωνα με μία γκρι ζακέτα. Γύρω από το λαιμό της είχε τυλιγμένο ένα γκρι ύφασμα, ενώ απ’ όσο καταλάβαμε δεν είχε τις αισθήσεις της. Πάνω στην πλάτη της γυναίκας υπήρχε ένα μωρό, το οποίο ήταν εν ζωή. Η γυναίκα φορούσε μόνο το εσώρουχο της, ενώ το μωρό ηταν ήσυχο και δεν έκλαιγε» αναφέρει στην κατάθεση του ο αστυνομικός.

Πηγή: newsit.gr