«Είχαμε φτάσει στο σημείο να μας προσάπτουν ότι δεν μπορούσαμε να παίξουμε τίποτα άλλο πέρα από Έλληνες λούμπεν»

«Δεν κουβαλάω ματαιοδοξίες. Αλλά με φοβίζει η φτήνια.»

Η ηθοποιός Λήδα Πρωτοψάλτη μίλησε στην Κάλλια Αναγνωστάκη και στην εφημερίδα Real για το θέατρο «Στοα», το ρεπερτόριο, τους, ρόλους, την κριτική αλλά και την τηλεόραση.

Η «Στοά» επί δεκαετίες τώρα, υπηρετεί το ελληνικό ρεπερτόριο. Θα θέλατε να έχετε ασχοληθεί περισσότερο με το κλασσικό, με τα «μεγάλα» κείμνα και τόλους, δοκιμάζοντας ενδεχομένως την τύχη σας και εκτός της δικής σας στέγης;

Αφού με κάλυπτε η «Στοά», γιατί να σκορπιστώ; Να φύγω, να πάω που; Εξάλλου τη στήσαμε μαζί με τον Θανάση. Εγώ πιστεύω ότι μέσα στον ίδιο χώρο ανθεί ο ηθοποιός. Με τους ίδιους συνεργάτες, με όσους μιλά την ίδια γλώσσα. Γιατί καταλαβαίνει ο ένας τον άλλον. Κάποια στιγμή, βέβαια, είπα: «Κάτσε θέλω να αναμετρηθώ και με άλλους ρόλους». Ένιωσα εγκλωβισμένη. Ήταν τότε που χόντρυνε το πράγμα και είχαμε φτάσει στο σημείο να μας προσάπτουν ότι δεν μπορούσαμε να παίξουμε τίποτα άλλο πέρα από Έλληνες λούμπεν.

Ήταν μεγάλο χαστούκι να διαβάζεις από σοβαρό κριτικό «Επιτέλους είδαμε την κ. Πρωτοψάλτη να μην είναι μπροστά σε μια κουζίνα», όταν υποδύθηκα μια τινέιτζερ στο «Νάσο» του Α. Θωμόπουλου. Αλλά δεν ανεβάζαμε ό,τι κι ό,τι παρά όσα έργα ήταν για να ανέβουν. Μποστ, Διαλεγμένο, Καμπανέλλη, Σκούρτη, Ποντίκα, Νικολή. Γιατί οι άλλοι τότε δεν τολμούσαν να ανεβάσουν ελληνικά έργα ποιότητας, Αφοσιωθήκαμε και θυσιαστήκαμε γι'αυτό το ρεπερτόριο. Παλέψαμε και παλεύουμε με νύχια και με δόντια. Και το επιβάλαμε. Είναι αυτό που μας εκπροσωπεί. «Θα είχες κάνει άλλη καριέρα αν ήσουνε κτός» μου λένε κάποιοι. Μα δε με φώναξε το Old Vic. Αν με φώναζε, θα το συζητούσα.

Έφτασα 74 για αν δοκιμαστώ με το Εθνικό Θέατρο. Κάποτε που συζητούσα με τον κούρκουλο για μια δουλειά στο Εθνικό, γύρισε και μου είπε: «Τι να σου πω γαι τον χειμώνα; Έλα να παίξεις σε μένα; Αφού έχεις τη δική σου στέγη. Η αφοσίωση μου στη «Στοά» φρενάρισε είναι η αλήθεια πολλές πιθανές συνεργασίες.

Στην τηλεόραση όπου επίσης έχετε γράψει ιστροία θα επιστρέφατε;

Μόνο αν γυρίσει το χαρτί της, αν γυριστεί ένα έργο ποιότητας… Την ξέρω καλά, από τότε που ήταν στα σκαριά της. Τότε γράφονταν σπουδάια σενάρια, οι ηθοποιοι ήταν υποδειγματικοί, πρόσεχαν τη δουλειά τους, όχι αυτό το «χύμα» που έχει πάρει κεφάλι σήμερα. Κωμωδία, σου λέει. Εγώ δεν έχω γελάσει με κωμωδία που να'χω δει στην τηλεόραση τελευταία. «Αυτά θέλει ο κόσμος», είναι το μοτίβο που επαναλαμβάνεται. Όχι, ο κόσμος θέλει να δει και να ακούσει – και στο θέατρο – τα μεγάλα κείμενα, τους μεγάλους συγγραφείς. Όχι αλλοιωμένους, όπως τους παρουσιάζει η ευρωπαική αβανγκαρντ: τον ανόητο «Άμλετ του Οστερμάιερ ή την ξεβράκωτη Αγαύη στις Βάκχες του Λανγκχοφ.

Αισιοδοξείτε για το μέλλον του ελληνικού θεάτρου;

Αισιοδοξώ όσο υπάρχουν σκηνοθέτες και ηθοποιοί που παλεύουν για τη δουλειά τους χωρίς να θέλουν να προκαλέσουν. Εκεί στηριζόμαστε. Σημασία δεν έχει να παίξεις τον «μεγάλο» ρόλο. Τι νόημα έχει να κάνω τη Λαίδη Μάκβεθ σε μια κακή παράσταση κι έτσι και πάει στράφι και η δική μου δουλειά; Ήμουν και είμαι μια ηθοποιός που παίζει αυτό που της έρχεται. Το'μαθα από τον δάσκαλο μου, τον Βασίλη Διαμαντόπουλο. Δεν κουβαλάω ματαιοδοξίες. Αλλά με φοβίζει η φτήνια. Και δεν αναφέρομαι μόνο στην οικονομική. Μιλαω για καθετί που μας κάνει «φτηνούς», «αναλώσιμους», για ότι «ξεπουλά» τη ζωή και την ευαισθησία μας.