Zappit

«Θεωρώ άδικη την ταύτισή μου με την Χούντα! Γιατί εγώ να το χρεωθώ και να μην το χρεωθούν τόσοι και τόσοι…»

«Έχουν περάσει τόσα χρόνια κι έχω αδικηθεί κατάφωρα απ' αυτό το πράγμα! Να είστε σίγουρος πως αν δεν έπαιρνα το Α' Βραβείο…».

Στην Lifo και τον Αντώνη Μποσκοϊτη έδωσε συνέντευξη η τραγουδίστρια Κλειώ Δενάρδου που μίλησε μεταξύ άλλων και ξέσπασε για την ταύτιση του ονόματός της με τη Χούντα.

[dfp_ads id=236982]

Να πάμε τώρα και στο «Πού να ‘ναι ο ίσκιος σου, Θεέ».

Αυτό ήταν σταθμός στην καριέρα μου! Ήρθαν στο σπίτι μου ο Ζακ Ιακωβίδης με τον Γαβριηλίδη τον στιχουργό. «Κλειώ, θέλουμε να τραγουδήσεις ένα κομμάτι» μου είπε κι άρχισε να μου το ψιθυρίζει, γιατί δεν είχα πιάνο στο σπίτι ‒ κακώς βέβαια. Ξέροντας μουσική, άκουγα τις νότες και το σιγοψιθύριζα κι εγώ μέχρι που μ’ έπιασε ένα ρίγος! «Μαέστρο», του κάνω, «αυτό το τραγούδι κάτι θα πάρει»!

Αναφερόμενη, φυσικά, στην Ολυμπιάδα Τραγουδιού του 1969.

Ακριβώς, διεθνούς εμβέλειας!

Και ο Σαρλ Αζναβούρ ήταν εκεί, νομίζω.

Ως γκεστ, ναι, αλλά προσέξτε, μέσα σε έναν διαγωνισμό χωρών όπως το Ιράν, η Κίνα, η Ιαπωνία, η Τουρκία ‒ όλα τα κράτη του κόσμου! Την πρώτη μέρα ήμουν 13η, ανάμεσα σε καμιά δεκαπενταριά συνθέτες και τραγουδιστές. Το κομμάτι που θα ερχόταν πρώτο θα διαγωνιζόταν την επομένη στο διεθνές τμήμα της Ολυμπιάδας.

Θυμάστε ποιοι άλλοι Έλληνες τραγουδιστές ήταν;

Όλοι! Ο Γιάννης Βογιατζής, η Γιοβάννα, ο Σώτος Παναγόπουλος, που έλεγε το «Χαρά μου, για σένα ζω, χαρά μου». Αν δείτε το πρόγραμμα που έχω κρατήσει θα δείτε και όλους όσοι βρέθηκαν εκεί. Η επιτροπή συνεδρίαζε σε σουίτα της Μεγάλης Βρετάνιας για το κομμάτι που θα ‘βγαινε πρώτο! Ο Γιάννης ο Βογιατζής πήγε κι έστησε αυτί κι ήρθε τρεχάλα πίσω στο Στάδιο. «Άντε», μου λέει, «το πήρες κι αυτό! Ήρθες πρώτη!». Εγώ να του λέω «μην παίζεις μ’ αυτά τα πράγματα», καθώς δεν ήθελα να το πιστέψω. Βγήκα τελικά πρώτη, όμως ούτε έκλαψα, ούτε μίλησα, ούτε κοκορεύτηκα, ούτε γέλασα. Μόνο τον άντρα μου, θυμάμαι, που τότε δεν ήμασταν παντρεμένοι ακόμα, να με παίρνει σε μια γωνιά και να μου λέει: «Όλα αυτά είναι εφήμερα, κοίτα μην πάρουν τα μυαλά σου αέρα» (γελάει πολύ). Σωστή η παρατήρησή του, αλλά κι εγώ ήμουν πολύ προσγειωμένο παιδί, παρόλο που υπήρχαν ανταποκριτές από τα ξένα μέσα, π.χ. από την Ισπανία, επειδή στη Βαρκελώνη γινόταν ένας αντίστοιχος διαγωνισμός τραγουδιού. Ήταν, όμως, μια τεράστια στιγμή στην καριέρα μου!

Θεωρείτε αδικία που η τεράστια αυτή στιγμή στην καριέρα σας ταυτίστηκε με τη χούντα, που με ένα σερφάρισμα στο Διαδίκτυο αναφέρεται η Κλειώ Δενάρδου ως «το πουλέν της χούντας»;

Τώρα που μου τα ρωτάτε όλα εσείς, θα μου κάνετε τη μεγάλη χάρη να μ’ αφήσετε να μιλήσω και να τα γράψετε όπως σας τα λέω!

Αυτό εξυπακούεται, κ. Δενάρδου.

Έχουν περάσει τόσα χρόνια κι έχω αδικηθεί κατάφωρα απ’ αυτό το πράγμα! Να είστε σίγουρος πως αν δεν έπαιρνα το Α’ Βραβείο, ούτε θα ήξερε κανείς ότι έλαβα μέρος στην Ολυμπιάδα. Αφού δεν μιλάει κανείς για τους άλλους τραγουδιστές που ήταν εκεί, δεν λένε τίποτα για κανέναν συνθέτη!

Γιατί το χρεωθήκατε τόσο πολύ εσείς; Από τα κόμπλεξ και τη ζήλια των άλλων;

Δεν ξέρω και δεν μ’ ενδιέφερε! Και ξέρετε κάτι; Εμένα μου λέγανε να πάω να τραγουδήσω και πήγαινα οπουδήποτε, ήμουν τραγουδίστρια όλων των Ελλήνων και όλης της Ελλάδος, δεν ήμουν η τραγουδίστρια των μεν ή των δε! Όταν από μόνοι τους μου δίνουνε μία και με κατατάσσουν κάπου, πείτε μου εγώ τι θα μπορούσα να κάνω! Εγώ ήξερα να κλείνω δουλειές και να πηγαίνω να τραγουδάω, αυτό ήταν το μόνο που μ’ απασχολούσε!

Σας παρακαλώ να το γράψετε έτσι, γιατί είναι μεγάλη αδικία αυτή και το συγκεκριμένο τραγούδι συγκινεί ακόμα τον κόσμο, όποτε το τραγουδάω. Το ξανατραγούδησα στην πρόσφατη αναβίωση του Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης και ενώ δεν έβλεπα απ’ τα φώτα, ο κόσμος όλος είχε σηκωθεί όρθιος και χειροκροτούσε! Μπορείτε να το καταλάβετε;

Εγώ μπορώ, αλλά ίσως κάποιοι σας χρέωσαν τη σύμπραξη με ένα καθεστώς τυραννικό, δικτατορικό.

(θυμώνει) Βρε μάνα μου, τα θέατρα δεν ήταν γεμάτα; Σε παρακαλώ πολύ, δεν πηγαίναμε όλοι στο ραδιόφωνο, δεν κάνανε όλοι δουλειές; Γιατί εγώ να το χρεωθώ και να μην το χρεωθούν τόσοι και τόσοι;

Συγχωρέστε με, αλλά είναι πράγματα που δεν μπορώ να μην τα ρωτήσω.

Ναι, κάνετε πολύ καλά και μου δίνετε την ευκαιρία επιτέλους να τα πω κι εγώ! Γιατί, όμως, εγώ; Γιατί; Τα κέντρα ήταν όλα γεμάτα, οι μπουάτ, οι εταιρείες δίσκων γύριζαν συνέχεια τραγούδια! Τότε ήταν που πληρωνόντουσαν όλοι με χρυσάφι!

Συμφωνώ, πολλοί συνάδελφοι σας «φτιάχτηκαν» τότε.

Κατάλαβες; Κι εγώ πήγαινα με το μεροκάματο!

Έχετε θυμώσει πολύ, όπως σας βλέπω τώρα.

Κοιτάξτε, θυμώνω, γιατί το πρόβατο πρέπει κάποια στιγμή να σηκώσει λίγο το ανάστημά του. Επιπλέον, εγώ δεν γνώριζα ανθρώπους, κανέναν και τίποτα από εκείνη την κατάσταση. Υπήρξε συνθέτης, φίλος του αντρός μου, που γύρισε και του είπε «μπράβο, βρε Αλέκο, που έφερες τόσο κόσμο», λες και θα μπορούσε ποτέ να γεμίσει ένα στάδιο για ν’ ακούσουν τη γυναίκα του!

Ό,τι πιο κωμικό και γελοίο είχαμε ακούσει! Έπειτα, αδικία δεν ήταν και για τον Οικονομίδη, που διέπρεψε και βοήθησε τόσο κόσμο, που έβγαλε τόσους ανθρώπους απ’ την αφάνεια, που έφαγαν ψωμί καλλιτέχνες απ’ τα χέρια του, και μετά του έριξαν τέτοιο κλότσο;

Πάντως, μια και τα λέμε όλα, έκανε καραμπάμ όλη αυτή η χουντική κακογουστιά με τα αρχαιοελληνικά άρματα και τις τεράστιες άρπες. Συμφωνείτε;

Έλα, μωρέ, τι πιο ωραίο από μια άρπα που με βάλανε και τραγούδησα; Τι θέλανε δηλαδή, κουδούνια να μου κρεμάσουν να τραγουδάω; Για όνομα του Θεού και της Παναγίας, βλέπω και τα έργα τους τα τωρινά!

Δεν θα διαφωνήσω καθόλου κι εγώ μαζί σας τώρα.

Πώς θα έπρεπε δηλαδή να με στήσουν μέσα σ’ ένα στάδιο τεράστιο; Όταν ανέβαινα τα σκαλιά για να φτάσω ψηλά στην άρπα, για να ‘χω από κάτω την ορχήστρα, όταν άρχισε να παίζει αυτή η καταπληκτική εισαγωγή του «Που να ‘ναι ο ίσκιος σου, Θεέ», είπα «τώρα, Κλειώ, είσαι εσύ και ο Θεός»! Ήμουν τόσο μόνη στην ουσία εκεί πάνω.

Σ’ το λέω τώρα και μου ‘ρχονται δάκρυα στα μάτια! Πραγματικά, ήμουν μόνη, εγώ κι ο Θεός, για να τα βγάλω πέρα μ’ αυτό το μανιασμένο πλήθος στην αρένα, που ήταν έτοιμο να σε κατασπαραξει αν έκανες το παραμικρό λαθάκι.