Zappit

«Το πρώτο βράδυ στη Μύκονο κοιμήθηκα σε κάτι σκαλοπάτια»

"Στην ίδια παραλία που έκαναν γυμνισμό, υπήρχαν ντόπιες γριούλες οι οποίες πουλούσαν την μαναβική τους. Δεν τις ένοιαζε που δίπλα τους ήταν γυμνοί άνθρωποι".

Πίσω στο μακρινό 1968, ο Μάκης Τσέλιος είχε μόλις απολυθεί από φαντάρος και τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου, ένας φίλος του πρότεινε να πάνε διακοπές στη Μύκονο. «Η καλή κοινωνία γνώριζε τότε τη Μύκονο, καθώς όσοι την επισκέπτονταν είχαν κουλτούρα. Και αυτοί που την επισκέπτονταν, δεν ήταν μόνο Αθηναίοι, αλλά και από τα υπόλοιπα μέρη της Ελλάδας. Παρότι στα τέλη της δεκαετίας του 1960, ο τουρισμός στην Ελλάδα δεν ήταν ιδιαίτερα οργανωμένος, στη Μύκονο άρχισε να οργανώνεται πολύ νωρίτερα», εξηγεί ο Μάκης Τσέλιος σε συνέντευξη που δίνει στο mykonospost.gr και τον Μαρίνο Βυθούλκα.

Ύστερα από αρκετές ώρες στο πλοίο, έφτασε στο νησί και περιγράφει την εμπειρία της πρώτης αυτής επίσκεψής. «Ήμουν 20 χρονών και είχα ακούσει πολλά πράγματα για το νησί, αλλά και για τους ανθρώπους που πήγαιναν εκεί: Από ζωγράφους, καλλιτέχνες και πρίγκιπες, μέχρι χίπιδες και μποέμ προσωπικότητες. Όταν έφτασα με το καράβι και η λάντζα μας μετέφερε στο λιμάνι, αντίκρυσα ένα πανέμορφο τοπίο. Στο νησί υπήρχαν μόνο δυο ταξί και δυο-τρια λεωφορεία που πήγαιναν Άγιο Στέφανο, Πλατύ Γυαλό, Ορνό και Άνω Μερά. Στις παραλίες πηγαίναμε με βαρκάκι. Ήταν πανέμορφα.

Έμεινα εκεί για δέκα μέρες. Θυμάμαι πως είχα μαζί μου 900 δραχμές για να περάσω και μόλις φύγαμε μου είχαν περισσέψει και 200 δραχμές! Το δίκλινο που μέναμε κόστιζε 20 δραχμές, το πρωινό με αυγά, καφέ και τσάι, 4 δραχμές. Αυτό που βρίσκαμε ακριβό, ήταν να κάνεις μπάνιο με ζεστό νερό. Θυμάμαι πως το πληρώναμε 5 δραχμές. Πέρασα φανταστικά αυτές τις εννέα μέρες. Πολύς κόσμος κοιμόταν τα βράδια στην παραλία, στις αυλές, ακόμα και στις ταράτσες των σπιτιών, τις οποίες νοίκιαζαν οι Μυκονιάτες όταν τα δωμάτια ήταν πλήρη. Εγώ έμενα σε ένα πολύ συμπαθητικό δωμάτιο. Βέβαια, το πρώτο βράδυ στη Μύκονο χάθηκα στα στενά και δεν μπορούσα να βρω το σπίτι. Κοιμήθηκα σε κάτι σκαλοπάτια. Μόλις ξύπνησα το πρωί, συνειδητοποίησα πως ήμουν στο σπίτι που είχαμε νοικιάσει», λέει ο Μάκης Τσέλιος.

Η νυχτερινή διασκέδαση στην Μύκονο των 60’s δεν είχε καμία σχέση με το σήμερα, καθώς περιοριζόταν στις 9 Μούσες, το Remezzo, το White Mill και το Mykonos Bar. «Μάλιστα, στο Mykonos Bar, οι ντόπιοι μάθαιναν στους τουρίστες παραδοσιακούς ελληνικούς χορούς. Το νησί εκείνη την εποχή ήταν παρθένο. Οι μόνιμοι κάτοικοι, ευγενέστατοι και αποδέχονταν τα πάντα. Σκέψου πως στην ίδια παραλία που έκαναν γυμνισμό, υπήρχαν ντόπιες γριούλες οι οποίες πουλούσαν την μαναβική τους. Δεν τις ένοιαζε που δίπλα τους ήταν γυμνοί άνθρωποι.

Έβλεπες στο νησί άντρες ντυμένους με γυναικεία ρούχα να βολτάρουν στο νησί και ουδείς έδινε σημασία. Χαρακτηριστικά θυμάμαι ένα Μυκονιάτη, τον κύριο Αντώνη, να μαλώνει κάποιους άλλους που κορόϊδευαν τους gay. Τους έλεγε ‘’Μην τους κοροϊδεύετε, διότι εκείνοι μας έφεραν τον τουρισμό’’.

Οι Μυκονιάτες ήταν ανοιχτόμυαλοι, κάτι που δεν συνέβαινε με κατοίκους άλλων νησιών στην Ελλάδα. Άλλο ένα μεγάλο πλεονέκτημα του νησιού ήταν πως στην Μύκονο δεν υπήρχε πλούσιος και φτωχός. Γίνονταν όλοι ένα», λέει ο Μάκης Τσέλιος.