Zappit

Αλεξάνδρα Πασχαλίδου: «Επί ημέρες τρώγαμε μια σκέτη σούπα με φακές»

"Καθάριζα γραφεία και σπίτια, εργαζόμουν σε reception ξενοδοχείων, ενώ υπήρξα υπάλληλος σε κατάστημα με κοσμήματα αλλά και σε μεγάλη εταιρεία fast food", αποκαλύπτει η Αλεξάνδρα Πασχαλίδου.

Η Αλεξάνδρα Πασχαλίδου μιλά για την ανηφορική πορεία της ζωής της, στο περιοδικό HELLO και τον Γιάννη Βίτσα.

Ας ξεκινήσουμε με την συγκινητική ανάρτηση που έκανες πριν από μερικές ημέρες για τον πατέρα σου, που ασθενεί. Μεταξύ άλλων ανέφερες ότι η προηγούμενη χρονιά σού έμαθε την συγχώρεση με σκληρό τρόπο.

Η συγχώρεση αποτελεί μάθημα ζωής, απελευθέρωση, γιατί, για να προβούμε σε αυτήν, οφείλουμε να αφαιρέσουμε τον εγωισμό μας. Ο θυμός, ο πόνος και η πίκρα δε μας εξελίσσουν. Όταν αρρώστησε ο πατέρας μου, δικαιολόγησα και συγχώρησα την απουσία του από όλη την πορεία ζωής μου και όλα όσα με πόνεσαν. Στάθηκα δίπλα του, τόσο εγώ όσο και οι αδελφές μου.

Αγκάλιασες τις πληγές σου και δεν επέτρεψες στο συναίσθημα του θυμού να κυριαρχήσει;

Έχω σκαλίσει πολύ τις πληγές μου και έχω αντλήσει δύναμη από αυτές για να δημιουργήσω. Πιστεύω ότι ο πόνος ενώνει τους ανθρώπους. Τότε κατανοούμε ότι μοιραζόμαστε ουσιαστικά τα ίδια πράγματα ανεξαρτήτως  αν είμαστε πλούσιοι ή φτωχοί, πετυχημένοι ή όχι. Η περίοδος που διανύουμε μας διδάσκει μέσω του κορονοιού πώς η ζωή μας κρέμεται σε μία πολύ λεπτή κλωστή. Περίπου δύο εκατομμύρια άνθρωποι «έφυγαν» απρόσμενα.  Προσωπικά αισθάνθηκα την υποχρέωση να κάνω ενδοσκόπηση.

Ήταν εύκολο, να κατανοήσεις την επιλογή του πατέρα σου να εγκαταλείψει ουσιαστικά την οικογένεια σας;

Ο πατέρας μου ήταν γυναικάς, έπινε και γλεντούσε. Δεν ήταν κατάλληλος για οικογένεια. Ως παιδί, δεν είχα, αν θες, τη μόρφωση και την παιδεία να αντιληφθώ κάποια πράγματα. Δεν υπήρχε άλλωστε και η απόσταση του χρόνου. Ήμουν ένα πληγωμένο παιδάκι που αισθανόταν ότι το αγνοεί ο πατέρας του. Ευτυχώς, την ίδια περίοδο, η μητέρα μας στάθηκε σαν βράχος δίπλα μας. Πλέον, συνειδητοποιώ ότι πίσω από τις πράξεις μας κρύβεται μία αιτία. Ο μπαμπάς μου ήταν παιδί του Εμφύλιου, ενώ ο πατέρας του έφυγε κατά τη διάρκεια του πολέμου. Ζούσε στους δρόμους πολύ δύσκολα μέσα στη φτώχεια. Αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την χώρα του ως μετανάστης για να βγάλει ένα κομμάτι ψωμί. Αναπνέει με το  όνειρο να γυρίσει στην Ελλάδα στο χωριό του στην Έδεσσα. Μας το λέει κάθε μέρα. Δυστυχώς, όμως, δεν είναι πια εφικτό. Χθες που μιλούσαμε επί μισή ώρα στο facetime, του χόρευα ποντιακά και χαιρόταν τόσο πολύ. Του δείχνω τις νεραντζιές και τις μανταρινιές της Αθήνας και συγκινείται. Προσπαθώ να του μεταφέρω όσο μπορώ το κλίμα της Ελλάδα. Παρόλο που έχει ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο, τώρα στο τέλος της ζωής του, του λείπει η πατρίδα

Έκανες ψυχοθεραπεία για να επουλώσεις τα τραύματα των παιδικών σου χρόνων;

Έκανα διαλογισμό, γιόγκα, ψυχοθεραπεία, ακόμα και πολεμικές τέχνες ανά καιρούς για να αποβάλλω το θυμό. Σκεφτόμουν ότι είναι αδιανόητο ο κόσμος να πεινά, να έχουμε πολέμους και κρίση και εγώ ασχολούμαι ακόμη με παιδικά μου τραύματα. Όταν αποστασιοποιούμαστε από τις καταστάσεις, αντιλαμβανόμαστε πόσο εγωκεντρικοί μπορούμε να γίνουμε. Έτσι, πήρα την απόφαση να πράξω ανάλογα. Μαγειρεύω για τους άστεγους, βοηθώ τους πρόσφυγες και στηρίζω έμπρακτα όσους έχουν ανάγκη. Δείχνω αλληλεγγύη επειδή θεωρώ ότι είναι χρέος μου, από τη στιγμή που τα κατάφερα, να προσφέρω χείρα βοηθείας στον συνάνθρωπο μου.

Τι κρατάς από το εννιάχρονο κορίτσι που μεγάλωσε σε γκέτο της Στογχόλμης;

Ότι ο μεγαλύτερός πλούτος μου, ήταν τελικά η φτώχεια μου. ‘Έζησα με μια ηρωίδα μάνα που μεγάλωσε τρία παιδιά με αξίες. Δεν είχαμε ρούχα και αυτοκίνητα, ούτε κάναμε πολυτελή ζωή. Ήμασταν αξιοπρεπείς όμως και διψούσαμε να δημιουργήσουμε με ευοίωνους όρους το μέλλον μας. Όταν στις 8 Μαρτίου εξαιτίας του κορωνοιού ακυρώθηκαν όλες μου οι δουλειές μου, οι αναμνήσεις μου μού έδωσαν πάρα πολύ δύναμη. Όταν ήμουν μικρή, επί ημέρες τρώγαμε μια σκέτη σούπα με φακές. Επομένως, γνωρίζω πώς είναι να ζεις με το τίποτα, κάτι που αποτελεί μεγάλη ασφάλεια ενάντια σε κάθε δυσκολία.

Πόσα χρόνια ζούσες φτωχικά;

Έως τα 25 μου όταν άρχισα να δουλεύω στην τηλεόραση. Σπούδασα στο πανεπιστήμιο με δάνειο από το σουηδικό κράτος και κατάφερα σιγά σιγά να το αποπληρώσω. Πάντοτε έκανα τρεις δουλειές για να επιβιώσω. Εργάζομαι από την ηλικία των 12.

Τι δουλειές έκανες;

Καθάριζα γραφεία και σπίτια, εργαζόμουν σε reception ξενοδοχείων, ενώ υπήρξα υπάλληλος σε κατάστημα με κοσμήματα αλλά και σε μεγάλη εταιρεία fast food. Έκανα πολλές διαφορετικές εργασίες, πάντα με υπερηφάνεια.